Μέλη του Σωματείου Εικαστικών Καλλιτεχνών “8” εμπνέονται από ένα ποίημα και δημιουργούν
για το 8ο Πανθεσσαλικό Φεστιβάλ Ποίησης.
Οικονόμου Δήμητρα
“En las purpúreas horas”
Διαστάσεις: 22χ25 εκ.
Τεχνική: Χαρακτικό, οξυγραφία
Χρονολογία: 2018
Έργο εμπνευσμένο από την ποιητική σύνθεση “Μαρία Νεφέλη” του Οδυσσέα Ελύτη
Αθανασία Παπατζέλου
“Ατσάλινη Απουσία”
Διαστάσεις: 100χ70 εκ.
Τρίπτυχο ψηφιακής εικόνας, φωτογραφία
Χρονολογία: 2020
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “Περιφραστική Πέτρα”, της Κικής Δημουλά
Μίλα.
Πες κάτι, οτιδήποτε.
Μόνο μη στέκεις σαν ατσάλινη απουσία.
Διάλεξε έστω κάποια λέξη,
που να σε δένει πιο σφιχτά
με την αοριστία.
Πες:
«άδικα»,
«δέντρο»,
«γυμνό».
Πες:
«θα δούμε»,
«αστάθμητο»,
«βάρος».
Υπάρχουν τόσες λέξεις που ονειρεύονται
μια σύντομη, άδετη, ζωή με τη φωνή σου.
Μίλα.
Έχουμε τόση θάλασσα μπροστά μας.
Εκεί που τελειώνουμε εμείς
αρχίζει η θάλασσα.
Πες κάτι.
Πες «κύμα», που δεν στέκεται.
Πες «βάρκα», που βουλιάζει
αν την παραφορτώσεις με προθέσεις.
Πες «στιγμή»,
που φωνάζει βοήθεια ότι πνίγεται,
μην τη σώζεις,
πες
«δεν άκουσα».
Μίλα.
Οι λέξεις έχουν έχθρες μεταξύ τους,
έχουν τους ανταγωνισμούς:
αν κάποια απ’ αυτές σε αιχμαλωτίσει,
σ’ ελευθερώνει άλλη.
Τράβα μία λέξη απ’ τη νύχτα στην τύχη.
Ολόκληρη νύχτα στην τύχη
Μη λες «ολόκληρη»,
πες «ελάχιστη»,
που σ’ αφήνει να φύγεις.
Ελάχιστη
αίσθηση,
λύπη
ολόκληρη
δική μου .
Ολόκληρη νύχτα.
Μίλα.
Πες «αστέρι», που σβήνει.
Δεν λιγοστεύει η σιωπή με μια λέξη.
Πες «πέτρα»,
που είναι άσπαστη λέξη.
Έτσι, ίσα ίσα,
να βάλω έναν τίτλο
σ’ αυτή τη βόλτα την παραθαλάσσια.
Δουλούδης Κωνσταντίνος
“Αιωνιότητα”
Υλικό: Κάρβουνο σε χαρτί
Διαστάσεις: 50χ70 εκ.
Χρονολογία: 2020
Έργο εμπνευσμένο από την “25η Ραψωδία της Οδύσσειας” του Τάσου Λειβαδίτη
Αηδίες —ο χρόνος έγινε για να κυλάει,
οι έρωτες για να τελειώνουν,
η ζωή για να πηγαίνει στο διάολο
κι εγώ για να διασχίζω το Άπειρο με το μεγάλο διασκελισμό ενός μαθηματικού υπολογισμού,
μονάχα όποιος τα διψάει όλα
μπορεί να με προφτάσει,
ό,τι ζήσαμε
χάνεται,
γκρεμίζεται μέσα στο σάπιο οισοφάγο του χρόνου
και μόνο καμιά φορά,
τις νύχτες,
θλιβερό γερασμένο μηρυκαστικό τ’ αναμασάει η ξεδοντιασμένη μνήμη,
όσα δε ζήσαμε
αυτά μας ανήκουν.
Αντιγόνη Καψάλη
“(Σ’) Αγαπώ”
Διαστάσεις: Α4
Μεικτή τεχνική: Κερί, κάρβουνα, γραφίτης, μελάνι, χαρτί Κραφτ
Χρονολογία: 2020
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “Αγαπάω” του Νίκου Καββαδία
Αγαπάω τ’ ό,τι είναι θλιμμένο στον κόσμο
Τα θολά ματάκια, τους αρρώστους ανθρώπους,
τα ξερά γυμνά δέντρα και τα έρημα πάρκα,
τις νεκρές πολιτείες, τους τρισκότεινους τόπους.
Τους σκυφτούς οδοιπόρους που μ’ ένα δισάκι
για μια πολιτεία μακρινή ξεκινάνε,
τους τυφλούς μουσικούς των πολύβοων δρόμων,
τους φτωχούς, τους αλήτες, αυτούς που πεινάνε.
Τα χλωμά τα κορίτσια που πάντα προσμένουν
τον ιππότην που είδαν μια βραδιά στ’ όνειρό τους,
να φανεί απ’ τα βάθη του απέραντου δρόμου.
Τους κοιμώμενους κύκνους πάνω στ’ ασπροφτερό τους
Τα καράβια που φεύγουν για καινούρια ταξίδια
και δεν ξέρουν καλά – αν ποτέ θα ‘ρθουν πίσω
αγαπάω, και θάθελα μαζί τους να πάω
κι ούτε πια να γυρίσω.
Αγαπάω τις κλαμένες ωραίες γυναίκες
που κοιτάνε μακριά, που κοιτάνε θλιμμένα…
αγαπάω σε τούτον τον κόσμο – ό, τι κλαίει
γιατί μοιάζει μ’ εμένα.
Γούλα Μαρίνα
“Α Garden”
Διαστάσεις: Α3
Υλικά: Ακουαρέλες και μολύβια ακουαρέλας σε χαρτί
Χρονολογία: 2020
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “A Garden” του H. P. Lovecraft
There’s an ancient, ancient garden that I see sometimes in dreams,
Where the very Maytime sunlight plays and glows with spectral gleams;
Where the gaudy-tinted blossoms seem to wither into grey,
And the crumbling walls and pillars waken thoughts of yesterday.
There are vines in nooks and crannies, and there’s moss about the pool,
And the tangled weedy thicket chokes the arbour dark and cool:
In the silent sunken pathways springs an herbage sparse and spare,
Where the musty scent of dead things dulls the fragrance of the air.
There is not a living creature in the lonely space around,
And the hedge-encompass’d quiet never echoes to a sound.
As I walk, and wait, and listen, I will often seek to find
When it was I knew that garden in an age long left behind;
I will oft conjure a vision of a day that is no more,
As I gaze upon the grey, grey scenes I feel I knew before.
Then a sadness settles o’er me, and a tremor seems to start:
For I know the flow’rs are shrivell’d hopes—the garden is my heart!
Πάρης Μακρής
“Ορφέας”
Διαστάσεις: 60χ80 εκ.
Υλικά: Kατασκευή και ζωγραφική σε χαρτόνι
Χρονολογία: 2020
Έργο εμπνευσμένο από τον “Ορφικό ύμνο” του Κωστή Παλαμά
Ἔξω ἀπὸ τοὺς δρόμους τῶν ἀστόχαστων,
λειτουργὸς καὶ ψάλτης ὀρφικός,
ἕναν ὕμνο ξαναφέρνω
μιᾶς λατρείας πανάρχαιας πρὸς τὸ φῶς.
Ἔτρεξε ὡς τὰ τώρα ὁ λογισμός μου,
καταχωνιασμένος ποταμὸς
ξάφνισμα στὸ βούισμα τῶν ἀνθρώπων
τῆς κιθάρας μου ὁ ρυθμός.
Νύχτα ξεκινῶ, νύχτ᾿ ἀνεβαίνω
τὴ δυσκολανέβατη κορφὴ
θέλω μόνος, θέλω πρῶτος
τ᾿ ἀπολλώνιο φῶς νὰ χαιρετίσω,
ἐνῶ κάτου στοὺς ἀνθρώπους
θὰ εἶν᾿ ἀκόμα ὁ ὕπνος καὶ τὸ σκότος.
Αναστασία Ταμπάκη
“Ανώνυμο”
Διαστάσεις: 50χ70 εκ.
Υλικό: Foam board
Υλικά: Μεικτή τέχνη σε μορφή φωτογραφίας
Χρονολογία: 2019
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “The crunch” του Charles Bukowski
too much
too little
too fat
too thin
or nobody.
laughter or
tears
haters
lovers
strangers with faces like
the backs of
thumb tacks
armies running through
streets of blood
waving winebottles
bayoneting and fucking
virgins.
or an old guy in a cheap room
with a photograph of M. Monroe.
there is a loneliness in this world so great
that you can see it in the slow movement of
the hands of a clock.
people so tired
mutilated
either by love or no love.
people just are not good to each other
one on one.
the rich are not good to the rich
the poor are not good to the poor.
we are afraid.
our educational system tells us
that we can all be
big-ass winners.
it hasn’t told us
about the gutters
or the suicides.
or the terror of one person
aching in one place
alone
untouched
unspoken to
watering a plant.
people are not good to each other.
people are not good to each other.
people are not good to each other.
I suppose they never will be.
I don’t ask them to be.
but sometimes I think about
it.
the beads will swing
the clouds will cloud
and the killer will behead the child
like taking a bite out of an ice cream cone.
too much
too little
too fat
too thin
or nobody
more haters than lovers.
people are not good to each other.
perhaps if they were
our deaths would not be so sad.
meanwhile I look at young girls
stems
flowers of chance.
there must be a way.
surely there must be a way we have not yet
thought of.
who put this brain inside of me?
it cries
it demands
it says that there is a chance.
it will not say
“no.”
Ορέστης Κοτοπούλης
“Shumpo soki”
Τεχνική: Digital art
Έργο εμπνευσμένο από ποίημα θανάτου της ιαπωνικής ποιητικής παράδοσης ‘’My sword leans against the sky
with its polished blade I will behead
the Buddha and all of his saints
Let the lighting strike were it will’’
Μαρία Λαγού
Έργο από τη σειρά “Οργανικά στιγμιότυπα”
Διαστάσεις: 35χ39 εκ.
Υλικά: Λάδια σε χαρτί Φαμπριάνο, Χαρακτικό (Μεικτή τεχνική)
Χρονολογία: 2019
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “Σκόρπια Στάχυα” του Παύλου Καστανάρα
Δεν γραφώ ποίηση εγώ
σκόρπιες συλλέγω λέξεις
τα ταπεινά τα στάχυα της γης
τα ζυμωμένα με το δάκρυ της ψυχής
για να χορτάσει Ακόρεστη η Πείνα
για να γενούν το γνήσιο προσφάι.
Δεν γράφω ποίηση εγώ
σκόρπιους συλλέγω κεράμους και πλίνθους
αυτά που απαξιώνει ο κόσμος όλος
αυτά που κρύβουν τόση ομορφιά
μ’ αυτά ένα μικρό καλύβι χτίζω
για ν’ αναπαύσω το θνητό μου το κορμί.
Δεν γράφω ποίηση εγώ
σκόρπια γυρεύω της ζωής μου τα κομμάτια
αυτά που χάθηκαν στο μέλλον να τα βρω
με όλα αυτά μες στο παρόν να λειτουργώ
για να χορεύω σαν θνητός και σαν θεός.
Ευαγγελή Καραγγέλη
“Νever more”
Διαστάσεις: 35χ80 εκ.
Υλικό: Πλαστικό χρώμα και ξηροπαστέλ σε χαρτί
Χρονολογία: 2020
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “Το Κοράκι” του Έντγκαρ Άλαν Πόε
(Μετάφραση: Γιάννης Β. Ιωαννίδης)
Δώδεκα έδειχνεν η ώρα, μεσονύχτι, όπως και τώρα
Κι ήμουν βυθισμένος ώρα σε βιβλία αλλοτινά,
όταν μέσα από ένα θάμπος ύπνου να μου εφάνη, σάμπως
Κάποιος έξω από την πόρτα να χτυπούσε σιγανά.
Επισκέπτης, είπα, θα ’ναι και χτυπάει σιγανά
Τούτο θα ’ναι μοναχά.
Α, θυμάμαι, έπεφτε χιόνι και του κρύου Δεκέμβρη οι τόνοι
Σκούζαν μες στο παραγώνι και στοιχειώναν στη φωτιά.
Η νυχτιά με στενοχώρα κι άδικα έψαχνα τόση ώρα
Να ’βρω τη γλυκειά Λεωνόρα μες τ’ αρχαία μου χαρτιά.
Τη Λεωνόρα που οι αγγέλοι της κρατάνε συντροφιά
Και δική μας ποτέ πια.
Κάθε θρόισμα στο μετάξι της κουρτίνας είχε αλλάξει
Κι έρχονταν να με ταράξει ο άγριος φόβος που τρυπά.
Κι έλεγα, για να πάρω θάρρος και να διώξω αυτό το βάρος:
–Επισκέπτης, δίχως άλλο, θα ’ναι τούτος που χτυπά,
Κάποιος νυχτοπαρωρίτης, που για νάμπει μου χτυπά
Τούτο θα ’ναι μοναχά.
Ξάφνου ως νάντριωσε η ψυχή μου και παρά την ταραχή μου
–Κύριε, φώναξα, ή κυρία, συγχωρέστε με, έστω αργά
Στα χαρτιά μου ήμουν σκυμένος κι ίσως μισοκοιμισμένος
Δε σας άκουσα ωρισμένως να χτυπάτε έτσι σιγά.
Με τα λόγια τούτα ανοίγω τα πορτόφυλλα γοργά.
Έξω η νύχτα μοναχά.
Το σκοτάδι αυτό τρυπώντας έμεινα εκειδά απορώντας
Κάθε τόσο ανασκιρτώντας μέσα σ’ όνειρα αλγεινά.
Κράτησε ησυχία για ώρα κι άξαφνα απ’ τα βάθη τώρα,
Μια φωνή να λέει Λεωνόρα σα ν’ ακούστηκε βραχνά.
Έτσι θα ’ναι μοναχά.
Μπήκα στο δωμάτιο πάλι, μ’ άνω κάτω το κεφάλι,
Μα μέσα απ’ αυτή τη ζάλη, δυνατήν ακούω χτυπιά.
–Α, στο παραθύρι θάναι, λέω ευθύς, και με ζητάνε,
Ας ιδώ τώρα ποιος νάναι, φτάνει το μυστήριο πια,
Η καρδιά μου δεν αντέχει, φτάνει το μυστήριο πια
Θα ’ναι ο αγέρας μοναχά.
Τότε τα παντζούρια ανοίγω, όμως μια κραυγή μου πνίγω
Καθώς βλέπω ένα κοράκι μες στο δώμα να περνά.
Η ευγένεια δεν το νοιάζει κι ούτε που με λογαριάζει,
Μα γαντζώνει στο περβάζι της εσώπορτας στερνά.
Μα γαντζώνει και κουρνιάζει στη μαρμάρινη Αθηνά
Και κοιτάζει μοναχά.
Πως ανάπνευσα στ’ αλήθεια και γελώντας απ’ τα στήθεια,
Λέω, από παλιά συνήθεια, στ’ όρνιο με τη κρύα ματιά:
–Κι αν σου κόψαν το λοφίο κι αν σ’ αφήκαν έτσι αστείο
Μαυροπούλι άλλοτε θείο, που πλανιέσαι στη νυχτιά,
ποιο είναι τάχα τ’ όνομά σου μες την άραχνη νυχτιά;
Και μου λέει: –Ποτέ πια!
Θάμασα πολύ μου ακόμα τόρνιο, που είχε ανθρώπου στόμα,
Μα τα λόγια του όλο σκώμα δε μου μάθανε πολλά.
Γιατί αλήθεια, είναι σπουδαίο και περίεργο και μοιραίο,
Αν μια νύχτα, σας το λέω, δείτε κάπου εκεί ψηλά
Κουρνιασμένο ένα κοράκι στην Παλλάδα, να μιλά
Και να λέει: Ποτέ πια!
Τ’ όνομά του θα μου κράζει, σκέφτηκα, μα τι με νοιάζει,
Ίσως πάλι να νυστάζει και τα λόγια του ξεχνά.
Όμως τούτο ούτε σαλεύει κι είναι ως κάτι να γυρεύει
Και του κρίνουμαι: –Περσεύει κι άλλος τόπος εδωνά,
Την αυγή θα φύγεις πάλι σαν ελπίδα που περνά.
Και μου λέει: Ποτέ πια!
Τρόμαξα στ’ αλήθεια μου, όντας, μου δευτέρωσε μιλώντας,
–Δίχως άλλο, είπα σκιρτώντας, τούτο ξέρει μοναχά.
Κάποιος πρώην κύριός του, θα κλαψε πολύ, ο καημός του
Ίσως νάγινε δικός του και για τούτο αγκομαχά
Και του απόμεινε στη σκέψη κι είναι σα να ξεψυχά
Λέγοντάς μου: –Ποτέ πια!
Και τη θλίψη μου ξεχνώντας έστρεψα σ’ αυτό γελώντας
Την καρέκλα μου τραβώντας στο κοράκι αντικρινά.
Μα στο κάθισμά μου απάνω, χίλιες τόσες σκέψεις κάνω
Και στο νου μου τώρα βάνω για ποιό λόγο αληθινά
Σα μιαν επωδή μακάβρια να μου λέει όλο ξανά
Το κοράκι: –Ποτέ πια!
Γρίφος θάναι ή αίνιγμά του κι ίσως μήνυμα θανάτου
Και κυττώντας τη ματιά του που μου τρύπαε την καρδιά,
Γέρνω ωραία μου το κεφάλι, στο δικό της προσκεφάλι,
Όπου αντιφεγγούσε πάλι, σαν και τότε μια βραδυά,
Με το βιολετί βελούδο, σαν και τότε μια βραδυά
Και που δε θ’ αγγίξει πια!
Ξάφνου ως νάνοιωσα μου εφάνη γύρω μου άκρατο λιβάνι
Και πλημμύρα να μου φτάνει σύννεφο η θεία του καπνιά.
–Αθλιε, φώναξα, στοχάσου, που ο Θεός στέλνει κοντά σου.
Αγγέλους να σου σταλάσουν νηπενθές για λησμονιά,
Πιέστο, ω, πιέστο, τη Λεωνόρα να ξεχάσεις μ’ απονιά,
Και μου λέει: –Ποτέ πια!
Α, προφήτη, κράζω, ωιμένα, κι αν του δαίμονα είσαι γέννα
Κι αν ο Πειρασμός σε μένα, σ’ έστειλε απ’ τη γης βαθειά,
Κι αν σε τόπο ρημαγμένο σ’ έχει ρίξει απελπισμένο
Σ’ ένα σπίτι στοιχειωμένο με σκιές και με ξωθιά,
Θα ’βρω στη Γαλαάδ, ω πες μου, θάβρω εκεί παρηγοριά;
Και μου λέει: –Ποτέ πια!
–Α, προφήτη, ανήλιαγο όρνιο κι αν πουλί σαι κι αν δαιμόνιο
Απ’ το σκότος σου το αιώνιο κι απ’ την κρύα σου συννεφιά.
Πες μου, στης Εδέμ τα δάση, θα ’βρει ο νους μου ν’ αγκαλιάσει
Μια παρθένα πούχει αγιάσει κι έχει αγγέλους συντροφιά ,
Μιαν ολόλαμπρη παρθένα, πούχει αγγέλους συντροφιά;
Και μου λέει: Ποτέ πια!
Φύγε στ’ άγριά τα σου μέρη, όρνιο ή φάντασμα, ποιος ξέρει
Αν αυτό που σ’ έχει φέρει δεν σε καταπιεί ξανά.
Κι ούτε ένα μικρό φτερό σου να μη μείνει εδώ δικό σου,
Φώναξα, και το φευγιό σου να χαθεί στα σκοτεινά.
Πάρε και το κρώξιμό σου πέρα από την Αθηνά.
Και μου λέει: –Ποτέ πια!
Κι από τότε εκεί δεμένο, το κοράκι, καθισμένο
Μένει πάντα κουρνιασμένο στη μαρμάρινη θεά.
Κι η ματιά του όπως κοιτάζει, με ματιά δαιμόνου μοιάζει
Κι η νυχτιά που το σκεπάζει του στοιχειώνει τη σκιά.
Α, η ψυχή μου δε θα φύγει μια στιγμή απ’ αυτή τη σκιά.
Δε θα φύγει ποτέ πια!
Μαρία Ελένη Θαλασσινού
“Υπενθύμιση”
Υλικά: Ακουαρέλες, πενάκι σε χαρτί
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “Υπενθύμιση” της εικαστικού Μαρίας Ελένης Θαλασσινού
Δε μου λείπει τίποτα πια
Ο κόσμος που περνάει δίπλα μου,
μ’ ακουμπάει και φεύγει
Ο κόσμος που μπαίνει σπίτι μου,
μ’ ακουμπάει και φεύγει
Είναι όπως όταν διαβάζεις πολλές φορές ένα βιβλίο.
Το μαθαίνεις απ’ έξω.
Νομίζω πως τον έχω μάθει τον κόσμο μαμά
και όσο κι αν λαχταρώ να τον αλλάξω,
προσπαθεί να με αλλάξει αυτός
Μου ξεριζώνει και την τελευταία ελπίδα απ’ τα σπλάχνα
κι ο πόνος είναι αφόρητος και με διπλώνει στα δύο
Και κάπως έτσι βιώνω τη γέννα αφού μπορεί να μη γεννήσω ποτέ
Και κάπως έτσι τους ακούω πάντα
και προσπαθώ να μην πιστεύω τίποτα
κάπως έτσι περνάει κι η ζωή
και πρέπει τουλάχιστον να μάθω να μη φεύγω εγώ
ποτέ
από εμένα
Μαρία Ζησοπούλου
“untitled”
Διαστάσεις: 27χ20 εκ.
Υλικά: Μαρκαδόροι σε χαρτί
Χρονολογία: 2019
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “Ανατομία μιας ψυχής” του Aljaž Koprivnikar
37.2 τρισεκατομμύρια κύτταρα
(ανάμεσά τους 200 διαφορετικά είδη)
100 δισεκατομμύρια επιδερμίδας 127 εκατομμύρια
αμφιβληστροειδούς
129 εκατομμύρια ραβδία Μερικές φορές έχουμε ψυχή
6 εκατομμύρια κωνία
Κανείς όμως συνέχεια
Για τον εαυτό του
100 δισεκατομμύρια νευρώνες του εγκεφάλου
(που ξύπνιοι σε μια μέρα ενεργοποιoύν αρκετό ηλεκτρισμό να ανάψει μια λάμπα)
Περίπου 60 000 δομημένες σκέψεις τη μέρα 1 τετρακις εκατομμύριο bits
αποθηκευμένες
πληροφορίες
Υπάρχουν οι χώροι της συνάντησης, σοβατισμένοι ή απλά μπαλωμένοι με
πάτσγουορκ,
με χαλιά αντί για τοίχους, με σκόνη στις αρθρώσεις αντί για τον χόνδρο
και με άνεμο έξω από την πόρτα.
Μην κινηθείς.
60 εκατομμύρια αισθητηριακοί υποδοχείς
1000 που επιτρέπουν την όσφρηση 96 εκατομμύρια που επιτρέπουν
την όραση
(καθώς ή μύτη πιάνει 50000 διάφορες οσμές) (καθώς το μάτι έχει την ανάλυση
576 MP)
Μπροστά στην αιωνιότητα δεν έχει σημασία αν σ’αυτό τον
κόσμο, ένας δίπλα στον άλλο μ’αυτό το σώμα (ή κάποιο άλλο), από την στιγμή
η άποψη: να επιλέξεις την κενότητα. Και αναμένεις.
Ζάζος Αχιλλέας
“Αλλες δύο εβδομάδες”
Υλικά: Ακρυλικά σε μουσαμά
Διαστάσεις: 70χ95 εκ.
Χρονολογία: 2020
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “Το Σκάκι” του Μανόλη Αναγνωστάκη
Έλα να παίξουμε.
Θα σου χαρίσω τη βασίλισσά μου.
( Ήταν για μένα μια φορά η αγαπημένη.
Τώρα δεν έχω πια αγαπημένη )
Θα σου χαρίσω τους πύργους μου
( Τώρα πια δεν πυροβολώ τους φίλους μου
Έχουν πεθάνει καιρό πριν από μένα )
Κι ο βασιλιάς αυτός δεν ήτανε ποτέ δικός μου.
Κι ύστερα τόσους στρατιώτες τι τους θέλω;
( Τραβάνε μπρός, τυφλοί, χωρίς καν όνειρα )
Όλα , και τα άλογά μου θα στα δώσω.
Μονάχα ετούτον τον τρελό μου θα κρατήσω.
Που ξέρει μόνο σ ένα χρώμα να πηγαίνει
Δρασκελώντας τη μια άκρη ως την άλλη
Γελώντας μπρός στις τόσες πανοπλίες σου
Μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά
Αναστατώνοντας τις στέρεες παρατάξεις.
Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα.
Λιάνα Κρανιώτου
“Mr.Tambourine Man”
Διαστάσεις: 54χ75 εκ.
Υλικά: Ακρυλικά και μολύβια
Μικτή τεχνική: Ζωγραφική – Κολάζ
Χρονολογία: 2020
Έργο εμπνευσμένο από τους στίχους του “Mr. Tambourine Man” του Bob Dylan
..Κι αν γέλωτες, περιστροφές, ταλαντεύσεις ακατάληπτες αντίκρυ
του ήλιου μπορεί να ακούς
Σε κανέναν δεν απευθύνονται
Είναι μονάχα απόδραση προς τη φυγή
Και πέραν τ’ ουρανού καθόλου εμπόδια
ν’ αντιμετωπίσεις
Κι αν πάνω στην ώρα ίχνη ακαθόριστα παλλόμενων του λόγου στίχων στο
ταμπουρίνο σου ακούς
Μονάχα ένας κουρελής παλιάτσος
πίσω σου είναι
Εγώ καμία σημασία δεν θα του έδινα
Μια σκιά που μόλις βλέπεις
είναι που κυνηγά ….
Σαρλή Ελένη
“Το εωθινό”
Υλικά: Κάρβουνο, ακρυλικά σε χαρτί
Διαστάσεις: 60χ80 εκ.
Χρονολογία: 2019
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “Εωθινό” της Marija Dejanović
(Μετάφραση: Χαρίλαος Νικολαΐδης)
Το εωθινό είν’ ένα βουβάλι.
Τα δυο του κέρατα ανοίγουν σαν λωτός,
η πάχνη το δροσίζει, καθώς σκορπάει
μ’ ένα απαλό
στρίψιμο του λαιμού. Η ομίχλη συγκεντρώνεται
σε μια πυκνή, λεπτή, γούνινη επίστρωση που
ακολουθεί τη ραχοκοκαλιά,
όπως το λευκό ελάφι
ακολουθεί τα οχήματα
όταν χιονίζει.
Τα λευκά πέταλα του λωτού
ή
τα λευκά αιμοσφαίρια,
σαν μαργαριταρένια περιδέραια,
κρέμονται στις στέγες όταν
πιάνει το κρύο.
Η αναπνοή του εωθινού ορμά
και τρέχει, με το σύντομο,
βιαστικό πέταγμά της,
όπως η ζωή του λαγού
και άλλων λευκών ζώων.
Εωθινό: το μόνο κομμάτι της σκηνής που έχει χρώμα καφέ.
Όλα τα άλλα είναι λευκά, παντού,
οπουδήποτε το μικρό τουφέκι του ματιού,
σκεπασμένο με μια λεπτή παγωμένη μεμβράνη,
μπορεί να κάνει σπαγγάτο.
Καφέ είναι μόνο ένα δέντρο με τέσσερις ρίζες
και δυο κλαδιά.
Δεν ξέρω γιατί το εωθινό
μου θύμισε τον ζογκλέρ,
που περιμένει να γίνει πράσινο
το φανάρι στη διάβαση. Τότε αρχίζει να πετά
λασπωμένα μπαλάκια του τένις,
η μια μπάλα διαδέχεται την άλλη,
σαν μεγάλα, λεία καρύδια.
Αν μονάχα μπορούσα
να πέσω στο βρεγμένο δρόμο
και να κυλήσω κάτω από ένα αυτοκίνητο
που αναμένει την ένδειξη για να φύγει,
για να ρημάξει τη μέρα.
Έτσι, δεν υπάρχει λάθος.
Δεν υπάρχει λάσπη στα χέρια μας.
Η αγάπη μου είναι κυνηγός
που σημαδεύει
το κενό ανάμεσα στα δυο κέρατα.
Στέλλα Κακάβα
“The violin”
Υλικά: Λάδι σε χαρτόνι
Διαστάσεις: 2x(10χ30) εκ.
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “Ο Μουσικός” του Τάσου Λειβαδίτη
Συχνά τη νύχτα, χωρίς να το καταλάβω, έφτανα σε μια άλλη πόλη, δεν υπήρχε παρά μόνο ένας γέρος, που ονειρευόταν κάποτε να γίνει μουσικός, και τώρα καθόταν μισόγυμνος μες στη βροχή – με το σακάκι του είχε σκεπάσει πάνω στα γόνατα του ένα παλιό, φανταστικό βιολί, «το ακούς;» μου λέει, «ναι, του λέω, πάντα το άκουγα»,
……ενώ στο βάθος του δρόμου το άγαλμα δηγιόταν στα πουλιά το αληθινό ταξίδι.
Σοφία Ζαπίτη
“Το πρώτο χελιδόνι”
Υλικά: Ακρυλικά
Διαστάσεις: 60χ80 εκ.
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “Το πρώτο χελιδόνι” του Κώστα Καρυωτάκη
Ήλθες, ήλθες, χελιδόνι,
για να διώξεις το χειμώνα,
ήλθες μ’ άνθη να στολίσεις
της καλής μας γης το χώμα.
Έλα, έλα, χελιδόνι,
σε προσμένει η φωλιά σου,
έλα, έλα, να σκορπίσεις
το γλυκό κελάδημά σου.
Ήλθες, ήλθες, χελιδόνι,
την ακούμε τη λαλιά σου,
ήλθες, ήλθες και απλώνεις
μια χαρά σαν τη χαρά σου.
Άρτεμις Διαμαντή
“Human Spiece I”
Υλικά: Μολύβι σε χαρτί
Διαστάσεις: 15χ21 εκ.
Χρονολογία: 2019
Έργο εμπνευσμένο από το ποίημα “Υπερασπίζοντας τον εαυτό μου ” του Raul Gomez Jattin
(Μετάφραση: Ελενα Σταγκουράκη)
Πριν τα σκεπτικά του σπλάχνα κατασπαράξετε
Πριν τον προσβάλετε με λόγια και με έργα
Πριν τον εξοντώσετε
Αποτιμήστε τον τρελό
Την αναντίρρητή του κλίση στην ποίηση
Το δέντρο του που μεγαλώνει γύρω από στόμα
Με τις ρίζες πλεγμένες στα ουράνια.
Αυτός μας αντιπροσωπεύει ενώπιον του κόσμου με την επώδυνη ευαισθησία.
Το Σωματείο Εικαστικών Καλλιτεχνών «8» αποτελείται από επαγγελματίες πτυχιούχους Καλών Τεχνών, που κατοικούν ή κατάγονται από τη Λάρισα, και οι οποίοι εργάζονται σε οποιαδήποτε πρακτική της σύγχρονης τέχνης (ζωγραφική, γλυπτική, φωτογραφία, ηλεκτρονικές τέχνες, εγκατάσταση κλπ).
Οι βασικές λειτουργίες του Σωματείου «8» είναι:
1. Η προβολή της εικαστικής δημιουργίας
2. Η υπεράσπιση της τέχνης σαν κοινωνικής αξίας
3. Η προώθηση της αλληλεγγύης μεταξύ των διαφόρων τύπων καλλιτεχνικών πρακτικών, μεταξύ των διαφόρων γενεών καλλιτεχνών.
4. Η παρουσίαση, υπεράσπιση, και καλυτέρευση της κοινωνικής, επαγγελματικής και πολιτιστικής κατάστασης των εικαστικών καλλιτεχνών του τόπου μας.
Το Σωματείο «8» μεσολαβεί σε δημόσιες υπηρεσίες, καθώς και ιδιώτες, προκειμένου να εξασφαλιστεί:
– Η δημιουργία και εδραίωση δημόσιων θεσμών για την προώθηση και διάδοση της σύγχρονης τέχνης (εκθεσιακοί χώροι, μουσεία σύγχρονης τέχνης και χώροι) στην πόλη μας και την περιοχή μας.
– Η παρουσία, σε όλα τα εκπαιδευτικά επίπεδα, τόσο της έκφρασης και της γνώσης των σύγχρονων εικαστικών τεχνών, όσο και η κατάλληλη εκπαίδευση του υψηλότερου επιπέδου κυρίως στις εικαστικές τέχνες και τα πολυμέσα.
– Υποστήριξη για νέους και ανερχόμενους καλλιτέχνες στα πρώτα χρόνια της καριέρας τους.
– Η καλυτέρευση των σχέσεων μεταξύ καλλιτεχνών από τη μία πλευρά και δημόσιων φορέων και ιδιωτών από την άλλη.
– Η πλήρης αποδοχή και σεβασμός των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας των εικαστικών καλλιτεχνών .
– Η υπεράσπιση της πολιτιστικής ανάπτυξης και η προώθηση των έργων τέχνης στο δημόσιο χώρο μέσω πρωτοβουλιών της δημοτικής αρχής.
– Η υπεράσπιση της ελευθερίας της έκφρασης και της ελευθερίας της δημιουργίας. Η καταγγελία της λογοκρισίας στην τέχνη, η ακύρωση των αυθαίρετων αποφάσεων και ενεργειών επιζήμιων για τους καλλιτέχνες και την ελευθερία της τέχνης γενικότερα.